Η Καινή Διαθήκη (Μεταγλώττιση) - Автор неизвестен (книги серии онлайн .TXT) 📗
22 Μετά από αυτά ήρθε ο Ιησούς και οι μαθητές του στη γη της Ιουδαίας, και εκεί έμεινε μαζί τους και βάφτιζε. 23 Τότε και ο Ιωάννης βάφτιζε στην Αινών, κοντά στο Σαλείμ, επειδή υπήρχαν εκεί πολλά νερά, και έρχονταν και βαφτίζονταν. 24 Γιατί ο Ιωάννης δεν ήταν ακόμα ριγμένος στη φυλακή. 25 Έγινε, λοιπόν, συζήτηση μερικών από τους μαθητές του Ιωάννη με έναν Ιουδαίο σχετικά με τον καθαρισμό. 26 Και ήρθαν προς τον Ιωάννη και του είπαν: «Ραβί, αυτός που ήταν μαζί σου πέρα από τον Ιορδάνη, για τον οποίο εσύ έχεις μαρτυρήσει, δες, αυτός βαφτίζει και όλοι έρχονται προς αυτόν». 27 Ο Ιωάννης αποκρίθηκε και είπε: «Ένας άνθρωπος δε δύναται να λαβαίνει ούτε ένα πράγμα αν δεν του είναι δοσμένο από τον ουρανό. 28 Εσείς οι ίδιοι μαρτυρείτε για μένα ότι είπα: “Δεν είμαι εγώ ο Χριστός”, αλλά “Είμαι απεσταλμένος πριν από εκείνον”. 29 Όποιος έχει τη νύφη είναι γαμπρός. Και ο φίλος του γαμπρού, που έχει σταθεί και τον ακούει, χαίρεται πολύ για τη φωνή του γαμπρού. Αυτή λοιπόν η χαρά η δική μου έχει ολοκληρωθεί. 30 Εκείνος πρέπει να αυξάνει, ενώ εγώ να ελαττώνομαι».
31 «Αυτός που έρχεται από επάνω είναι πάνω απ’ όλους· εκείνος που είναι από τη γη προέρχεται από τη γη και από τη γη μιλά. Αυτός που έρχεται από τον ουρανό είναι πάνω απ’ όλους. 32 Ό,τι έχει δει και άκουσε, αυτό μαρτυρεί, αλλά τη μαρτυρία του κανείς δεν τη δέχεται. 33 Εκείνος που δέχτηκε τη μαρτυρία του επικύρωσε ότι ο Θεός είναι αληθινός. 34 Γιατί αυτός που απέστειλε ο Θεός λαλεί τα λόγια του Θεού, επειδή ο Θεός δεν του δίνει με μέτρο το Πνεύμα. 35 Ο Πατέρας αγαπά τον Υιό και έχει δώσει στο χέρι του τα πάντα. 36 Αυτός που πιστεύει στον Υιό έχει ζωή αιώνια. Εκείνος όμως που απειθεί στον Υιό δε θα δει ζωή, αλλά η οργή του Θεού μένει πάνω του».
Κεφάλαιον 4
1 Μόλις, λοιπόν, έμαθε ο Ιησούς ότι άκουσαν οι Φαρισαίοι ότι ο Ιησούς κάνει και βαφτίζει περισσότερους μαθητές παρά ο Ιωάννης 2 – αν και, βέβαια, ο ίδιος ο Ιησούς δε βάφτιζε, αλλά οι μαθητές του – 3 άφησε την Ιουδαία και έφυγε πάλι για τη Γαλιλαία. 4 Έπρεπε όμως αυτός να περάσει διαμέσου της Σαμάρειας. 5 Έρχεται τότε σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Συχάρ, κοντά στο χωράφι που έδωσε ο Ιακώβ στον Ιωσήφ το γιο του. 6 Και εκεί ήταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, λοιπόν, επειδή είχε κουραστεί από την οδοιπορία, καθόταν έτσι απλά δίπλα στο πηγάδι. Ήταν περίπου δώδεκα η ώρα το μεσημέρι. 7 Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να αντλήσει νερό. Λέει σ’ αυτήν ο Ιησούς: «Δώσε μου να πιω» 8 – γιατί οι μαθητές του είχαν φύγει στην πόλη, για να αγοράσουν τροφές. 9 Του λέει λοιπόν η γυναίκα η Σαμαρείτισσα: «Πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις από εμένα, μια γυναίκα που είμαι Σαμαρείτισσα;» – γιατί δε συγχρωτίζονται Ιουδαίοι με Σαμαρείτες. 10 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέει, “δώσε μου να πιω”, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό». 11 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, ούτε κουβά έχεις και το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού λοιπόν έχεις το νερό το ζωντανό; 12 Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό αυτός και οι γιοι του και τα θρεφτάρια του;» 13 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Καθένας που πίνει από το νερό τούτο θα διψάσει πάλι. 14 Όποιος όμως πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του πηγή νερού που θα αναβλύζει για ζωή αιώνια». 15 Λέει προς αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, δώσε μου αυτό το νερό, για να μη διψώ μήτε να περνώ εδώ να αντλώ». 16 Ο Ιησούς της λέει: «Πήγαινε, φώναξε τον άντρα σου και έλα εδώ». 17 Αποκρίθηκε η γυναίκα και του είπε: «Δεν έχω άντρα». Της λέει ο Ιησούς: «Καλά είπες: “Άντρα δεν έχω” – 18 γιατί πέντε άντρες είχες και τώρα αυτός που έχεις δεν είναι άντρας σου. Αυτό είναι αληθινό που έχεις πει». 19 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης. 20 Οι πατέρες μας σε τούτο το όρος προσκύνησαν το Θεό· αλλά εσείς λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος όπου πρέπει να προσκυνεί κανείς». 21 Της λέει ο Ιησούς: «Πίστευέ με, γυναίκα, ότι έρχεται ώρα που ούτε στο όρος ετούτο ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνείτε τον Πατέρα. 22 Εσείς προσκυνείτε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς προσκυνούμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους. 23 Αλλά έρχεται ώρα, και μάλιστα είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με Πνεύμα και με αλήθεια. Και πράγματι, ο Πατέρας τέτοιοι ζητά να είναι εκείνοι που τον προσκυνούν. 24 Πνεύμα είναι ο Θεός, και εκείνοι που τον προσκυνούν με Πνεύμα και με αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν». 25 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Ξέρω ότι έρχεται ο Μεσσίας, (ο λεγόμενος Χριστός). Όταν έρθει εκείνος, θα μας τα αναγγείλει όλα». 26 Της λέει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι, που σου μιλώ». 27 Και πάνω σ’ αυτό ήρθαν οι μαθητές του και θαύμαζαν επειδή μιλούσε με γυναίκα. Κανείς όμως δεν είπε: «Τι ζητάς;» ή «Τι μιλάς μαζί της;» 28 Άφησε, λοιπόν, την υδρία της η γυναίκα και πήγε στην πόλη και λέει στους ανθρώπους: 29 «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός;» 30 Εκείνοι εξήλθαν από την πόλη και έρχονταν προς αυτόν. 31 Στο μεταξύ τον παρακαλούσαν οι μαθητές λέγοντας: «Ραβί, φάε». 32 Εκείνος τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν ξέρετε» 33 Έλεγαν λοιπόν οι μαθητές μεταξύ τους: «Μήπως κάποιος του έφερε να φάει;» 34 Τους λέει ο Ιησούς: «Δική μου τροφή είναι να κάνω το θέλημα εκείνου που με έστειλε και να τελειώσω το έργο του. 35 Εσείς δε λέτε: “Ακόμα είναι τέσσερις μήνες και ο θερισμός έρχεται”; Ιδού, σας λέω, σηκώστε πάνω τα μάτια σας και παρατηρήστε τα χωράφια: λευκά είναι, έτοιμα για θερισμό ήδη. 36 Ο θεριστής λαβαίνει μισθό και συνάζει καρπό για ζωή αιώνια, για να χαίρονται μαζί ο σπορέας και ο θεριστής. 37 Γιατί σε αυτό αληθεύει το ρητό, “άλλος είναι που σπέρνει και άλλος που θερίζει”. 38 Εγώ σας απέστειλα να θερίζετε αυτό για το οποίο εσείς δεν έχετε κοπιάσει. Άλλοι έχουν κοπιάσει και εσείς έχετε εισέλθει στον κόπο τους». 39 Τότε, από εκείνη την πόλη, πολλοί από τους Σαμαρείτες πίστεψαν σ’ αυτόν εξαιτίας του λόγου που έδωσε μαρτυρία η γυναίκα: «Μου είπε όλα όσα έκανα». 40 Μόλις λοιπόν ήρθαν προς αυτόν οι Σαμαρείτες, τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους. Και έμεινε εκεί δύο ημέρες. 41 Και πολύ περισσότεροι πίστεψαν εξαιτίας του λόγου του, 42 και στη γυναίκα έλεγαν: «Δεν πιστεύουμε πια από τη δική σου διήγηση, γιατί εμείς οι ίδιοι έχουμε ακούσει και ξέρουμε ότι αυτός είναι αληθινά ο Σωτήρας του κόσμου».
43 Τότε, μετά τις δύο ημέρες, εξήλθε από εκεί στη Γαλιλαία. 44 Βέβαια, ο ίδιος ο Ιησούς είχε μαρτυρήσει ότι ένας προφήτης μέσα στη δική του πατρίδα δεν εκτιμάται. 45 Όταν λοιπόν ήρθε στη Γαλιλαία, τον δέχτηκαν ευμενώς οι Γαλιλαίοι, επειδή είχαν δει όσα έκανε στα Ιεροσόλυμα κατά την εορτή· γιατί και αυτοί είχαν έρθει στην εορτή. 46 Ήρθε λοιπόν πάλι στην Κανά της Γαλιλαίας όπου είχε κάνει το νερό κρασί. Και ήταν κάποιος βασιλικός αξιωματούχος, του οποίου ο γιος ασθενούσε στην Καπερναούμ. 47 Αυτός, όταν άκουσε ότι ο Ιησούς έχει έρθει από την Ιουδαία στη Γαλιλαία, πήγε προς αυτόν και τον παρακαλούσε να κατεβεί και να γιατρέψει το γιο του, γιατί έμελλε να πεθάνει. 48 Είπε λοιπόν ο Ιησούς προς αυτόν: «Αν δε δείτε σημεία και τέρατα, δε θα πιστέψετε». 49 Λέει προς αυτόν ο βασιλικός αξιωματούχος: «Κύριε, κατέβα πριν πεθάνει το παιδί μου». 50 Του λέει ο Ιησούς: «Πήγαινε, ο γιος σου ζει». Πίστεψε ο άνθρωπος στο λόγο που του είπε ο Ιησούς και πορευόταν. 51 Ενώ ήδη αυτός κατέβαινε, οι δούλοι του τον προϋπάντησαν, λέγοντας ότι το παιδί του ζει. 52 Ζήτησε, λοιπόν, να μάθει από αυτούς την ώρα που έγινε καλύτερα. Τότε του είπαν: «Χτες στη μία το μεσημέρι τον άφησε ο πυρετός». 53 Κατάλαβε λοιπόν ο πατέρας ότι ήταν εκείνη η ώρα που του είπε ο Ιησούς: «Ο γιος σου ζει», και πίστεψε αυτός και η οικία του όλη. 54 Και αυτό, πάλι, ήταν το δεύτερο θαυματουργικό σημείο που έκανε ο Ιησούς, όταν ήρθε από την Ιουδαία στη Γαλιλαία.