Η Καινή Διαθήκη (Μεταγλώττιση) - Автор неизвестен (книги серии онлайн .TXT) 📗
24 Ο Θωμάς, όμως, ένας από τους δώδεκα, ο λεγόμενος, “Δίδυμος”, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Ιησούς. 25 Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Έχουμε δει τον Κύριο!» Εκείνος τους είπε: «Αν δε δω στα χέρια του το σημάδι των καρφιών και δε βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών και δε βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω». 26 Και μετά από οχτώ ημέρες ήταν πάλι μέσα οι μαθητές του και ο Θωμάς μαζί τους. Έρχεται ο Ιησούς, ενώ ήταν οι θύρες κλεισμένες, και στάθηκε στο μέσο και είπε: «Ειρήνη σ’ εσάς». 27 Έπειτα λέει στο Θωμά: «Φέρε το δάχτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου, και φέρε το χέρι σου και βάλε το στην πλευρά μου, και μη γίνεσαι άπιστος αλλά πιστός». 28 Αποκρίθηκε ο Θωμάς και του είπε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου!» 29 Του λέει ο Ιησούς: «Επειδή με έχεις δει, έχεις πιστέψει; Μακάριοι όσοι δεν είδαν και όμως πίστεψαν».
30 Βέβαια, και άλλα πολλά θαυματουργικά σημεία έκανε ο Ιησούς μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα στο βιβλίο τούτο. 31 Αυτά όμως έχουν γραφτεί, για να πιστέψετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντας να έχετε ζωή στο όνομά του.
Κεφάλαιον 21
1 Μετά από αυτά, φανέρωσε τον εαυτό του πάλι ο Ιησούς στους μαθητές κοντά στη λίμνη της Τιβεριάδας. Και τον φανέρωσε έτσι: 2 Ήταν μαζί ο Σίμωνας Πέτρος και ο Θωμάς ο λεγόμενος “Δίδυμος” και ο Ναθαναήλ που ήταν από την Κανά της Γαλιλαίας και οι γιοι του Ζεβεδαίου και άλλοι δύο από τους μαθητές του. 3 Λέει σ’ αυτούς ο Σίμωνας Πέτρος: «Πηγαίνω να ψαρέψω». Του λένε: «Ερχόμαστε κι εμείς μαζί σου». Εξήλθαν και μπήκαν στο πλοίο, αλλά εκείνη τη νύχτα δεν έπιασαν τίποτα. 4 Όταν, λοιπόν, ήδη είχε γίνει πρωί, στάθηκε ο Ιησούς στο γιαλό· όμως δεν ήξεραν οι μαθητές ότι είναι ο Ιησούς. 5 Τους λέει λοιπόν ο Ιησούς: «Παιδιά, μήπως έχετε κανένα προσφάγι;» Του αποκρίθηκαν: «Όχι». 6 Εκείνος είπε σ’ αυτούς: «Ρίξτε στο δεξί μέρος του πλοίου το δίχτυ και θα βρείτε». Το έριξαν, λοιπόν, και δεν μπορούσαν πια να το τραβήξουν από το πλήθος των ψαριών. 7 Εκείνος ο μαθητής που αγαπούσε ο Ιησούς λέει τότε στον Πέτρο: «Ο Κύριος είναι!» Τότε ο Σίμωνας Πέτρος, όταν άκουσε ότι ο Κύριος είναι, ζώστηκε γύρω του τον επενδύτη, γιατί ήταν γυμνός, και ρίχτηκε στη λίμνη. 8 Και οι άλλοι μαθητές ήρθαν με το πλοιάριο, γιατί δεν ήταν μακριά από την ξηρά, αλλά απείχαν περίπου εκατό μέτρα, σέρνοντας το δίχτυ με τα ψάρια. 9 Μόλις λοιπόν αποβιβάστηκαν στην ξηρά, βλέπουν να βρίσκεται κάτω ανθρακιά και πάνω της να βρίσκεται ψάρι, και άρτος. 10 Λέει σ’ αυτούς ο Ιησούς: «Φέρτε από τα ψάρια που πιάσατε τώρα». 11 Ανέβηκε τότε ο Σίμωνας Πέτρος και τράβηξε το δίχτυ στη γη γεμάτο από εκατόν πενήντα τρία μεγάλα ψάρια. Και ενώ ήταν τόσο πολλά, δε σκίστηκε το δίχτυ. 12 Τους λέει ο Ιησούς: «Ελάτε να προγευματίσετε». Κανείς όμως δεν τολμούσε από τους μαθητές να τον εξετάσει ρωτώντας: «Εσύ ποιος είσαι;» Γιατί ήξεραν ότι είναι ο Κύριος. 13 Έρχεται ο Ιησούς και λαβαίνει τον άρτο και τους τον δίνει, και το ψάρι ομοίως. 14 Αυτή ήταν ήδη η τρίτη φορά που φανερώθηκε ο Ιησούς στους μαθητές του, όταν εγέρθηκε από τους νεκρούς.
15 Όταν λοιπόν προγευμάτισαν, λέει ο Ιησούς στο Σίμωνα Πέτρο: «Σίμωνα, γιε του Ιωάννη, με αγαπάς περισσότερο από αυτούς;» Του απαντά: «Ναι, Κύριε, εσύ ξέρεις ότι σε αγαπώ ως φίλος». Του λέει: «Βόσκε τα αρνιά μου». 16 Λέει σ’ αυτόν πάλι, για δεύτερη φορά: «Σίμωνα, γιε του Ιωάννη, με αγαπάς;» Του απαντά: «Ναι, Κύριε, εσύ ξέρεις ότι σε αγαπώ ως φίλος». Του λέει: «Ποίμαινε τα πρόβατά μου». 17 Λέει σ’ αυτόν για τρίτη φορά: «Σίμωνα, γιε του Ιωάννη, με αγαπάς ως φίλος;» Λυπήθηκε ο Πέτρος, επειδή του είπε για τρίτη φορά: «Με αγαπάς ως φίλος;» Και του απαντά: «Κύριε, τα πάντα εσύ ξέρεις, εσύ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ ως φίλος». Λέει σ’ αυτόν ο Ιησούς: «Βόσκε τα πρόβατά μου. 18 Αλήθεια, αλήθεια σου λέω, όταν ήσουν νεότερος, έζωνες τον εαυτό σου και περπατούσες όπου ήθελες. Όταν όμως γεράσεις, θα εκτείνεις τα χέρια σου και άλλος θα σε ζώσει και θα σε φέρει εκεί όπου δε θέλεις». 19 Και αυτό το είπε, για να δώσει σημάδι με ποιο θάνατο θα δοξάσει ο Πέτρος το Θεό. Και αφού είπε αυτό, του λέει: «Ακολούθα με».
20 Στράφηκε πίσω ο Πέτρος και βλέπει το μαθητή που αγαπούσε ο Ιησούς να ακολουθεί, ο οποίος και έπεσε, κατά το δείπνο πάνω στο στήθος του και είπε: «Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα σε παραδώσει;» 21 Αυτόν, λοιπόν, όταν τον είδε ο Πέτρος, λέει στον Ιησού: «Κύριε, και σ’ αυτόν τι θα συμβεί;» 22 Του απαντά ο Ιησούς: «Αν θέλω αυτός να μένει ωσότου έρθω, τι σε αφορά; Εσύ ακολούθα με». 23 Εξήλθε λοιπόν αυτή η φήμη στους αδελφούς, ότι εκείνος ο μαθητής δεν πεθαίνει. Δεν είπε όμως σ’ αυτόν ο Ιησούς ότι δεν πεθαίνει, αλλά: «Αν θέλω αυτός να μένει ωσότου έρθω, τι σε αφορά;» 24 Αυτός είναι ο μαθητής που μαρτυρεί γι’ αυτά και τα έγραψε, και ξέρουμε ότι είναι αληθινή η μαρτυρία του. 25 Αλλά υπάρχουν και άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, τα οποία αν γράφονταν καθένα, νομίζω ότι ούτε αυτός ο κόσμος δε θα χωρούσε τα γραφόμενα βιβλία.
ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Κεφάλαιον 1
1 Το πρώτο βέβαια διήγημα έκανα για όλα, ω Θεόφιλε, αυτά που άρχισε ο Ιησούς να κάνει και να διδάσκει, 2 μέχρι την ημέρα που έδωσε εντολή στους αποστόλους, τους οποίους εξέλεξε μέσω του Πνεύματος του Αγίου, και αναλήφθηκε. 3 Στους οποίους και παρουσίασε τον εαυτό του ζωντανό μετά το πάθος του με πολλά τεκμήρια, ενώ βλεπόταν για σαράντα ημέρες από αυτούς και έλεγε τα σχετικά με τη βασιλεία του Θεού. 4 Και ενώ έτρωγε μαζί τους, παράγγειλε σ’ αυτούς να μην αποχωρούν από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένουν την υπόσχεση του Πατέρα «που ακούσατε από εμένα, 5 γιατί αφενός ο Ιωάννης βάφτισε σε νερό, αφετέρου εσείς θα βαφτιστείτε μέσα σε Πνεύμα Άγιο όχι πολλές ημέρες μετά από αυτές που ζούμε τώρα».
6 Αυτοί, λοιπόν, όταν συγκεντρώθηκαν, τον ρωτούσαν λέγοντας: «Κύριε, μήπως κατά τούτο το χρονικό διάστημα αποκαθιστάς τη βασιλεία στον Ισραήλ;» 7 Είπε τότε προς αυτούς: «Δεν ανήκει σ’ εσάς να γνωρίσετε χρόνους ή καιρούς που ο Πατέρας έθεσε στη δική του εξουσία, 8 αλλά θα λάβετε δύναμη, όταν έρθει το Άγιο Πνεύμα πάνω σας, και θα μου είστε μάρτυρες μέσα στην Ιερουσαλήμ και μέσα σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια και ως τα έσχατα της γης». 9 Και όταν είπε αυτά, ενώ αυτοί έβλεπαν, ανυψώθηκε και μια νεφέλη τον πήρε από κάτω, μακριά από τα μάτια τους. 10 Και καθώς ατένιζαν συνεχώς στον ουρανό, ενώ αυτός πορευόταν, τότε ιδού, δύο άντρες είχαν σταθεί κοντά τους με στολές λευκές, 11 οι οποίοι και τους είπαν: «Άντρες Γαλιλαίοι, τι έχετε σταθεί βλέποντας μέσα στον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς, που αναλήφτηκε από εσάς στον ουρανό, έτσι θα έρθει, με αυτόν τον τρόπο που τον είδατε να πορεύεται στον ουρανό».
12 Τότε επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από το όρος που καλείται Ελαιώνας, που είναι κοντά στην Ιερουσαλήμ, απέχοντας οδό Σαββάτου. 13 Και όταν εισήλθαν, ανέβηκαν στο υπερώο όπου παράμεναν συνεχώς, ο Πέτρος και ο Ιωάννης και ο Ιάκωβος και ο Ανδρέας, ο Φίλιππος και ο Θωμάς, ο Βαρθολομαίος και ο Ματθαίος, ο Ιάκωβος ο γιος του Αλφαίου και ο Σίμωνας ο Ζηλωτής και ο Ιούδας ο γιος του Ιακώβου. 14 Αυτοί όλοι συνεχώς επέμεναν καρτερικά και ομόψυχα στην προσευχή μαζί με μερικές γυναίκες και με τη Μαριάμ, τη μητέρα του Ιησού, και με τους αδελφούς του. 15 Και κατά τις ημέρες αυτές σηκώθηκε ο Πέτρος στο μέσο των αδελφών και είπε – ήταν ένα πλήθος περίπου εκατόν είκοσι ατόμων στο ίδιο μέρος: 16 «Άντρες αδελφοί, έπρεπε να εκπληρωθεί η Γραφή που προείπε το Πνεύμα το Άγιο μέσω του στόματος του Δαβίδ για τον Ιούδα, που έγινε οδηγός σ’ αυτούς που συνέλαβαν τον Ιησού, 17 γιατί ήταν καταριθμημένος μεταξύ μας και έλαχε τον κλήρο αυτής της διακονίας. 18 Αυτός πράγματι, λοιπόν, απόχτησε χωράφι από το μισθό της αδικίας και, αφού έπεσε μπρούμυτα, έσκασε στη μέση και ξεχύθηκαν όλα τα σπλάχνα του. 19 Και γνωστό έγινε σε όλους όσοι κατοικούν στην Ιερουσαλήμ, ώστε να κληθεί το χωράφι εκείνο στη δική τους διάλεκτο “Ακελδαμάχ”, τουτέστι “Χωράφι Αίματος”. 20 Γιατί είναι γραμμένο στο βιβλίο των Ψαλμών: Ας γίνει η έπαυλή του έρημη και ας μην υπάρχει αυτός που κατοικεί σ’ αυτήν, και: Την επισκοπή του ας τη λάβει άλλος. 21 Πρέπει, λοιπόν, από τους άντρες που μας συνόδεψαν καθόλο το χρόνο που εισήλθε και εξήλθε μεταξύ μας ο Κύριος Ιησούς, 22 όταν άρχισε από το βάφτισμα του Ιωάννη ως την ημέρα που αναλήφτηκε από εμάς, ένας από αυτούς να γίνει μαζί μας μάρτυρας της ανάστασής του». 23 Και έστησαν δύο για να διαλέξουν: τον Ιωσήφ που καλείται Βαρσαβάς, ο οποίος επικλήθηκε Ιούστος, και το Ματθία. 24 Και αφού προσευχήθηκαν, είπαν: «Εσύ Κύριε, καρδιογνώστη όλων, ανάδειξε αυτόν που εξέλεξες, έναν από τούτους τους δύο, 25 για να λάβει τη θέση αυτής της διακονίας και της αποστολής από την οποία ξέκλινε ο Ιούδας, για να πορευτεί στον τόπο που διάλεξε το δικό του». 26 Και έδωσαν κλήρους γι’ αυτούς και έπεσε ο κλήρος στο Ματθία και συγκαταριθμήθηκε μαζί με τους έντεκα αποστόλους.